Η κρίση της Ευρωζώνης φαίνεται ότι ξεπεράστηκε. Αλλά οι αιτίες που την προκάλεσαν εξακολουθούν να υπάρχουν: τα επίπεδα ανάπτυξης μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας της Ευρωζώνης παραμένουν διαφορετικά, τα επιτόκια και οι ρυθμοί του πληθωρισμού επίσης διαφέρουν από χώρα σε χώρα παρά την ενιαία αγορά, κοινή δημοσιονομική πολιτική δεν υπάρχει, η οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωζώνης αποτελεί ακόμη σχέδιο και τέλος η εποπτεία των οικονομιών των χωρών της Ένωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ατελής. Στις αιτίες αυτές προστέθηκαν λόγω της εκτεταμένης ανεργίας και της αβεβαιότητος για το μέλλον ο ευρωσκεπτικισμός των πολιτών και η όλο και πιο συχνή άρνηση των κρατών να εκχωρήσουν αρμοδιότητες στα ευρωπαϊκά όργανα. Η ενοποιητική διαδικασία έχει εμπλακεί σε σοβαρές δυσκολίες.
Οι ευρωεκλογές του Μαΐου διαφέρουν από προηγούμενες. Για πρώτη φορά κεντρικό θέμα είναι η διαμόρφωση μιας νέας ευρωπαϊκής πολιτικής, ενός νέου τρόπου λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι νέοι βουλευτές, αντιμέτωποι με την πίεση των πολιτών, δεν θα αρκούνται πια στην έκφραση μιας γνώμης την οποία τα ευρωπαϊκά όργανα θα λαμβάνουν ή όχι υπ’ όψη. Η φωνή τους, η συμφωνία τους ή οι αντιρρήσεις τους θα παίζουν σημαντικό ρόλο. Το νέο Ευρωκοινοβούλιο έχει την πολιτική δυνατότητα να μετατραπεί στο όργανο νομιμοποίησης των πρωτοβουλιών των ευρωπαϊκών οργάνων, που σήμερα δεν υπάρχει. Από την αποφασιστικότητά του θα κριθεί εάν θα προχωρήσει ή όχι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.